"Ξεπεράστε τη σημερινή Ευρώπη και αποκτήστε εθνικό σχέδιο"
Ο φιλόσοφος, καθηγητής της Νομικής του Χάρβαρντ και γκουρού των προοδευτικών της Λατινικής Αμερικής μιλάει για την Ελλάδα, την Ευρώπη και το μέλλον της Σοσιαλδημοκρατίας
Συνέντευξη στον Παναγιώτη Βλάχο*
Οι διαλέξεις του Ρομπέρτο Μανγκαμπέιρα Ουνγκέρ για την πολιτική οικονομία μετά την κρίση και τους προοδευτικούς θεσμούς μοιάζουν με θρησκευτική λειτουργία, όπου η πολιτική επιστήμη συναντά την οικονομία, τη φιλοσοφία και τη νομική θεωρία. Καθηγητής για τέσσερις και πλέον δεκαετίες στη Νομική Σχολή του Χάρβαρντ, φιλόσοφος, γκουρού των προοδευτικών στη Λατινική Αμερική και ανά τον κόσμο, και πρώην υπουργός στην κυβέρνηση του βραζιλιάνου προέδρου Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα, προκάλεσε τη φιλελεύθερη αμερικανική κοινή γνώμη καλώντας την να καταψηφίσει το νυν πρόεδρο Ομπάμα ως μη αρκετά προοδευτικό. Δέχθηκε με προθυμία να συζητήσει με το ΒΗmagazino για την Ελλάδα, την Ευρώπη και το μέλλον της ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Χωρίς περιστροφές, επικρίνει τη σύγχρονη ευρωπαϊκή Κεντροαριστερά για έλλειψη σχεδίου, για ατολμία και συντηρητισμό. Καλεί την Ελλάδα να διαλέξει ανάμεσα σε ένα δικό της εθνικό σχέδιο αναγέννησης που θα τη φέρει αντιμέτωπη με τη σημερινή Ευρώπη ή τη συνέχεια της παρακμής της ως αποτέλεσμα της οικονομικής της εξάρτησης από την ΕΕ και της ανεπάρκειας του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Κύριε καθηγητά, πριν από ακριβώς έναν χρόνο, όλοι στην Ευρώπη έκαναν λόγο για «Grexit» (σ.σ.: έξοδο της Ελλάδας από την ευρωζώνη). Σήμερα όλοι επαινούν την Ελλάδα για τη βελτίωση των μακροοικονομικών της δεικτών. Ποιο είναι το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρωπαϊκή Ενωση;
«Η επικρατούσα άποψη υπαγορεύει την παραμονή της χώρας στην ευρωζώνη και στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Το αντίτιμο είναι οι περιορισμοί που επιβάλλουν το κοινό νόμισμα και η "απαγορευτική" υποτίμηση της συναλλαγματικής ισοτιμίας. Ομως αυτή η θεώρηση δεν λαμβάνει υπ’ όψιν το κόστος της παραμονής της Ελλάδας στην ΕΕ. Πρώτον, η Ελλάδα μετατρέπεται σε αντικείμενο της άτεγκτης κανονιστικής ενοποίησης της ΕΕ, στόχος της οποίας είναι να επιβάλει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες έναν ενιαίο χάρτη κοινωνικής και οικονομικής οργάνωσης. Δεύτερον, για την Ελλάδα και για άλλες χώρες στην Ευρώπη, η συμμετοχή στην ΕΕ και στην ευρωζώνη αποτελεί δικαιολογία για την απουσία εθνικής στρατηγικής. Αν ρωτήσουμε τους πολιτικούς σας “ποια είναι η ελληνική στρατηγική;”, είναι ξεκάθαρο ότι η απάντηση θα είναι μονολεκτική: “Ευρώπη”».
Αρα ποιες είναι οι επιλογές για την Ελλάδα;
«Η Ελλάδα έχει δύο δρόμους. Μία επιλογή είναι να φύγει από την ευρωζώνη και την ΕΕ, ώστε να ταρακουνηθεί και να επιστρέψει αργότερα υπό διαφορετικές συνθήκες. Αν η Ελλάδα επέλεγε την έξοδο, όχι μόνο θα απελευθερωνόταν από τον ασφυκτικό κλοιό της συναλλαγματικής ισοτιμίας και τους κανονιστικούς περιορισμούς, αλλά ταυτόχρονα θα βρισκόταν σε ένα αναγκαστικό σοκ να ανακαλύψει το δικό της μονοπάτι. Οσο, λοιπόν, η Ελλάδα παραμένει στην ευρωπαϊκή φωλιά είναι σαν να ομολογεί στον εαυτό της ότι δεν μπορεί να χαράξει τον δικό της δρόμο. Η άλλη επιλογή είναι να παραμείνει στην ΕΕ, αλλά να επαναστατήσει σε συμμαχία με τις υπόλοιπες περιφερειακές και νότιες χώρες, ώστε να πετύχει την αλλαγή πλεύσης της Ενωσης».
Ομως η Ευρωπαϊκή Ενωση για την Ελλάδα, όπως και για άλλες χώρες, έχει αποτελέσει τον μόνο αξιόπιστο μοχλό ανάπτυξης και μεταρρυθμίσεων. Αν αφαιρέσουμε την Ευρώπη από την Ελλάδα, τι θα απομείνει;
«Είναι απολύτως μη ρεαλιστικό ότι η Ελλάδα θα επιστρέψει στο προευρωπαϊκό παρελθόν της. Αν κάποτε η Ευρώπη ήταν για την Ελλάδα μια πηγή κινήτρων και μιμητισμού, σήμερα έχει μετατραπεί σε ναρκωτικό, σε υποκατάστατο για την απουσία εθνικού σχεδίου. Το μεγάλο ερώτημα για την Ελλάδα, ως μια σχετικά μικρή χώρα χωρίς σημαντικό φυσικό πλούτο, αλλά με μεγάλες δυνατότητες λόγω των ανθρώπων της, είναι πώς θα γίνει ένας μαγνήτης φιλοδοξίας και ταλέντου, πώς θα πετύχει μια επαναστατική αλλαγή που θα συνοδεύεται από μια πνευματική αναγέννηση. Αυτό θα συμβεί μόνο μέσα από την επαναδιατύπωση της εθνικής ιδέας. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα δεν μπορεί καν να λύσει τα προβλήματα των μεγαλύτερων οικονομιών της Κεντρικής Ευρώπης, πολύ περισσότερο τα προβλήματα των χωρών της περιφέρειας».
Για να επαναστατήσει η Ελλάδα, όπως λέτε, χρειάζεται συμφωνίες με τα κράτη-μέλη του ευρωπαϊκού Νότου με κοινό πολιτικό και οικονομικό ορίζοντα. Πέρα από ένα κοινό αφήγημα της κρίσης, οι ηγεσίες τους δεν φαίνεται να το πολυπιστεύουν...
«Ας πάρουμε το παράδειγμα της Ισπανίας που έχει αρκετά κοινά χαρακτηριστικά με την Ελλάδα: οικονομία με αποκεντρωμένη ιδιοκτησία και κοινωνία με σχετική ισότητα. Ομως το ισπανικό κατεστημένο, τα πολιτικά κόμματα – συμπεριλαμβανομένου του σοσιαλιστικού κόμματος –, η ακαδημαϊκή ελίτ, οι επιχειρηματίες, η μοναρχία, είναι όλοι μέρος της διαπλοκής με μεγάλες επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται εκτός της χώρας, στη Λατινική Αμερική. Ο πραγματικός πλούτος της Ισπανίας έχει εγκαταλειφθεί και το ισπανικό κράτος ασχολείται αποκλειστικά με το να συντηρεί τον ισπανικό πλουτοκρατικό μερκαντιλισμό. Τώρα, στην κρίση, παρακαλούν την Ευρώπη. Και το τίμημα είναι υποταγή και παράδοση. Εκείνο που με λυπεί ως φίλο και θαυμαστή της Ελλάδας είναι η διαπίστωση ότι καμία πολιτική δύναμη στη χώρα σας δεν εκφράζει σήμερα αυτή την εναλλακτική, οπότε αυτό, σε συνδυασμό με την απροθυμία για αυτοθυσία, ρεαλιστικό πατριωτισμό και αναζήτηση θεσμικής φαντασίας, είναι ακριβώς ό,τι λείπει».
Ισως αυτό εξηγεί γιατί η Κεντροαριστερά συρρικνώνεται εκλογικά.
«Σήμερα οι προοδευτικοί δεν έχουν σχέδιο. Ή, μάλλον, το σχέδιό τους είναι η εξανθρωπισμένη εκδοχή του προγράμματος των αντιπάλων τους. Λένε “θα κάνουμε το ίδιο, αλλά σε πιο ήπια εκδοχή”. Και φυσικά, υπόσχονται δαπάνες. Αυτή είναι μια ηττοπαθής στάση απέναντι στην Ιστορία και στην πολιτική. Η Ιστορία γράφεται από αυτούς που δρουν για τη ριζική αλλαγή, για τη δημιουργία του νέου. Κάθε έλληνας πολίτης έχει συμφέρον να αποκτήσει η χώρα του μια διαφορετική εθνική πολιτική οικονομία που δεν θα επιτρέψει την Ελλάδα να μετατραπεί σε μια χώρα περιθωριοποιημένων σερβιτόρων και εξαρτημένων από τα ευρωπαϊκά ταμεία».
Υπό ποιες συνθήκες μπορεί η Ελλάδα να αποκτήσει τη δική της αναπτυξιακή στρατηγική και ποια χαρακτηριστικά πρέπει αυτή να έχει;
«Παρά τα προνόμια που απολαμβάνουν λίγες πλούσιες οικογένειες, στην πραγματικότητα η ελληνική οικονομία είναι αποκεντρωμένη και βασίζεται σε ένα ευρύ φάσμα μικρομεσαίας επιχειρηματικής δραστηριότητας, η οποία μπορεί να γίνει η βάση για μια δραματική αναγέννηση και αναδιάρθρωση της εθνικής οικονομίας. Η δεύτερη προϋπόθεση ανάτασης αφορά τον ελληνικό λαό, την ενέργειά του, την εκπαίδευσή του, το επιχειρηματικό πνεύμα του, το οποίο, παρά τη σημερινή έλλειψη αναπτυξιακών εργαλείων και ευκαιριών, μπορεί να αποτελέσει το μέσο για έναν προοδευτικό, δομικό μετασχηματισμό της χώρας. Γι’ αυτό προτείνω μια συμμαχία μεταξύ του κράτους, των υφιστάμενων και αναδυόμενων μικρομεσαίων επιχειρήσεων, με στόχο τη δημιουργία ενός νέου συγκριτικού πλεονεκτήματος για τη χώρα, τη δημιουργία ευέλικτης και υψηλού επιπέδου μεταποίησης σε περισσότερους κλάδους».
Ποιες είναι οι προϋποθέσεις της αναπτυξιακής συμμαχίας που προτείνετε;
«Απαιτεί δύο μεγάλα κύματα καινοτομίας: πρώτον, έναν αποκεντρωμένο στρατηγικό σχεδιασμό και συντονισμό μεταξύ της κυβέρνησης, νέων υποστηρικτικών θεσμών, ταμείων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Δεύτερον, το κράτος πρέπει να διευκολύνει τη δημιουργία δικτύων συνεργασίας και ανταγωνισμού μεταξύ των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, δίνοντάς τους τη δυνατότητα να αντλήσουν πόρους, οικονομικούς, τεχνολογικούς, εμπορικούς ώστε να αναπτύξουν οικονομίες κλίμακας. Ο μεγάλος εθνικός στόχος είναι η νέα οικονομία που υπάρχει πέρα από τη μαζική παραγωγή, χωρίς κοινωνικές εξαιρέσεις. Ο,τι ισχύει για τη μεταποίηση αφορά και τις υπηρεσίες και την αγροτική παραγωγή, τη μεταμόρφωση των Ελλήνων σε μια πανευρωπαϊκή ελίτ υπηρεσιών υψηλού επιπέδου και την παραγωγή αγροτικών προϊόντων υψηλής προστιθέμενης αξίας. Η Ελλάδα δεν είχε ποτέ μαζική βιομηχανική παραγωγή, γι’ αυτό η βασική πρόκληση είναι η μετάβασή της από τον ...